από την Αθήνα στην Έλ- Ντάμπα και από κει στον κυβερνητικό στρατό.
Ο Δεκέμβρης του 1944 λήγει με την ήττα του ΕΛΑΣ στην μάχη της Αθήνας και την οριστική επικράτηση των Βρετανών τόσο σε στρατιωτικό επίπεδο, όσο και σε επίπεδο πολιτικής παρέμβασης.
Αμέσως με την λήξη των Δεκεμβριανών ξεκινάει ένα πογκρόμ συλλήψεων μελών του ΚΚΕ, αλλά και ευρύτερα αριστερών ανθρώπων οι οποίο στέλνονται εξορία στην Αφρική και στο στρατόπεδο της Έλ – Ντάμπα που ήταν 150 χιλιόμετρα μακρυά από την Αλεξάνδρεια.
Σύμφωνα με πηγές στέλνονται στο στρατόπεδο περισσότεροι από 5,000 Έλληνες αριστεροί και όχι μόνο.
Οι πρώτες επιστροφές αρχίζουν τον Μάρτη του 1945, κυρίως μεμονωμένων ατόμων, ενώ μέχρι τον Απρίλη του 1945 έχουν επιστρέψει και οι τελευταίοι κρατούμενοι.
Τι όμως περίμενε κατά την επιστροφή τους από την εξορία τους στρατιώτες εκείνους που κατά την σύλληψη του ήταν μέλη του ΕΛΑΣ;
Η υποχρεωτική στρατολόγηση τους στον κυβερνητικό στρατό και η εκ νέου αποστολή τους στα διάφορα Μακρονήσια ή η αποστολή τους στις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του κυβερνητικού στρατού κατά του ΔΣΕ.
Οι επαναστρατολογημένοι Ελασίτες θα κλειστούν το 1946 στο στρατόπεδο Κ.Ε.Μ.Ε της Καλλιθέας όπου συγκροτείτε ο 103ος λόχος κυρίως από πρώην εξόριστους όπου ”κρατούνται” και χαρακτηρίζονται ως ”στρατιώτες” του κυβερνητικού στρατού. Γνωρίζοντας την πολιτική κατάσταση που επικρατούσε ήδη μετά τον Ιούνη του 46 που περνά στην βουλή το Γ ψήφισμα <περί εκτάκτων μέτρων> για να ακολουθήσει η ψήφιση του Αναγκαστικού Νόμου 509 στις 27 Δεκεμβρίου 1947 «Περί μέτρων ασφαλείας του Κράτους, του Πολιτεύματος, του Κοινωνικού Καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών» που έθεσε το ΚΚΕ, το ΕΑΜ και την Εθνική Αλληλεγγύη εκτός νόμου και ανοίγοντας την Μακρόνησο.
Όμως αυτή η υποχρεωτική στρατολόγηση στον κυβερνητικό στρατό δεν ήταν μόνο ένα στείρο κατασταλτικό μέτρο κατά των πρώην υπερασπιστών της Αθήνας, είναι κάτι το οποίο προβλεπόταν απο την συνθήκη της Βάρκιζας τον Φλεβάρη του 45.
Σύμφωνα λοιπόν με τα πρακτικά της συνθήκης, να την προβλεπόταν για τον ΕΛΑΣ:
Σχετικά με την αμνηστία το άρθρο 3 προβλέπει ‘ότι αμνηστεύονται μόνο “τα πολιτικά αδικήματα τα τελεσθέντα από τις 3 Δεκεμβρίου 1944 μέχρι της υπογραφής του παρόντος. Εξαιρούνται της αμνηστίας τα συναφή κοινά αδικήματα, κατά της ζωής και της περιουσίας, τα οποία δεν ήσαν απαραιτήτως αναγκαία δια την επιτυχία του πολιτικού αδικήματος”.
Επίσης για τα υπόλοιπα θέματα η συμφωνία προβλέπει : Αποστράτευση του ΕΛΑΣ και συγκρότηση εθνικού στρατού μέσα από κανονική στρατολογία. Εκκαθάριση του κρατικού μηχανισμού από δοσίλογους και φασιστικά στοιχεία. Διενέργεια δημοψηφίσματος και στη συνέχεια εκλογών μέσα στο 1945.
Βέβαια τα αποτελέσματα της συνθήκης ήταν κάπως διαφορετικά από αυτά που ήθελε να εισηγηθεί το ΕΑΜ αν διαβάσουμε τον Γιώργη Σιάντο και αυτά που θέτει στην Διάσκεψη:
– Σε ο,τι αφορά το στρατιωτικό ζήτημα γινόταν αποδεχτή η διάλυση του ΕΛΑΣ, υπό την προϋπόθεση ότι θα συγκροτούνταν εθνικός στρατός μέσα από τακτική στρατολογία, με κριτήριο την ηλικία και χωρίς τη συμμετοχή δοσίλογων, φασιστικών στοιχείων ή δήθεν εθελοντών. Ο στρατός αυτός θα ήταν πλαισιωμένος από στελέχη που δεν ήταν ένοχα δοσιλογισμού ή φασιστικών αντιλήψεων και με τη συμμετοχή, βεβαίως, των στρατιωτικών στελεχών του ΕΛΑΣ, αλλά και των απλών μαχητών του που πληρούσαν τους ηλικιακούς όρους στράτευσης.
Άρα ενώ το ΕΑΜ θέτει ως προαπαιτούμενο την διάλυση του ΕΛΑΣ και την συγκρότηση του εθνικού στρατού μέσα από τακτική στρατολογία, στην πράξη υπάρχει μια βίαιη στρατολόγηση Ελασιτών. Όπως και να έχει το ΕΑΜ ήταν σύμφωνο με την διάλυση του ΕΛΑΣ και την δημιουργία εθνικού στρατού, μόνο που αυτή του η απόφαση ακριβώς γιατί πήγε στην διάσκεψη της Βάρκιζας ήδη χαμένο( έχοντας την κατηγορία της ευθύνης για τα Δεκεμβριανά) έδωσε την δυνατότητα στην Δεξιά να προχωρήσει στον εξορισμό των Ελασιτών και εν συνεχεία στην χρησιμοποίηση τους στον κυβερνητικό στρατό σαν ‘ανανήψαντες’ και ‘πρώην συνοδοιπόρους’ στις διάφορες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις.
Οι πρώην υπερασπιστές της Αθήνας έπειτα από την εξορία τους στην Ελ – Ντάμπα και την βίαιη στρατολόγηση τους βρίσκονται στον εθνικό στρατό να πολεμάνε –χωρίς να σηκώσουν ούτε μια φορά όπλο στους απέναντι συντρόφους και αδελφούς του ΔΣΕ όπως σχεδόν τραγικά γράφει στο βιβλίο του <Η πυραμίδα 67> ο Ρένος Αποστολίδης.