Του Χρόνη..

Πριν 3 περίπου χρόνια με αφορμή τον θάνατο του Χρόνη Μίσσιου είχα γράψει τα παρακάτω σε μιαν άλλη γωνιά που με φιλοξένησε. Σήμερα έρχεται το παρακάτω τραγούδι από τους Social Waste να με ξαναγυρίσει πίσω, σε εκείνες τις ώρες που ταξίδευα μαζί του στην ιστορία της νεότερης ελλάδας, στους αγώνες που δεν δικαιώθηκαν, στις μικρές ουτοπίες που γεννούσαν πραγματικότητες και σε εκείνα τα ατελείωτα σεργιάνια στους φτωχομαχαλάδες της Καβάλας..

[youtube]https://www.youtube.com/watch?v=RkL-jPuHBMw[/youtube]

Το κλειδί θα μείνει για πάντα κάτω απο το γεράνι

 

Όταν πριν απο 15 χρόνια έπεσε στα χέρια μου το ‘Καλά εσύ σκοτώθηκες νωρίς’, οι πρώτες πληροφορίες που συνέλεξα για τον συγραφέα ήταν αρκετές για να ιντρικάρουν έναν αναγνώστη ανατρεπτικών βιβλίων.
Ο Χρόνης Μίσσιος γεννήθηκε στην Καβάλα απο γονείς καπνεργάτες το επάγγελμά το οποίο  άσκησε και ο ίδιος από παιδική ηλικία. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια σε συνθήκες φτώχιας αρχικά στη γενέτειρά του και στη συνέχεια στη Θεσσαλονίκη. Για οικονομικούς λόγους δε μπόρεσε να τελειώσει ούτε το δημοτικό σχολείο (έφτασε μέχρι τη δεύτερη τάξη). Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, παιδί ακόμη, εντάχτηκε στην Αντίσταση και το 1947 καταδικάστηκε σε θάνατο για τη συμμετοχή του στον εμφύλιο πόλεμο. Τελικά δεν εκτελέστηκε, έμεινε όμως φυλακισμένος ως το 1953 και από το 1962 έζησε εξόριστος στη Μακρόνησο και τον Άη Στράτη. 
Σε διάφορες φυλακές έζησε και κατά τη διάρκεια της απριλιανής δικτατορίας. Η ελεύθερη ζωή του άρχισε ουσιαστικά ξανά μετά τη μεταπολίτευση. 
Ο Χρόνης Μίσσιος γράφει για αυτά που έζησε, όπως ο ίδιος τα βίωσε, τους αγώνες, τις φυλακίσεις, τις καταδίκες εις θάνατον, την ζωή μέσα στην φυλακή, τα λάθη του κόμματος. Μα πάνω απο όλα γράφει με έναν πρωτόγονο τρόπο έξω απο φόρμες και δομές, γράφει για την ανιδιοτέλεια του επαναστάτη, για εκείνο το αρχέγονο όραμα της εφόδου στον ουρανό και μαζί με τις γραφές του σε παρασέρνει σε ένα σύμπαν αμέτρητων εικόνων.
Απο το πρώτο του βιβλίο ακουλούθησαν τα ‘Χαμογέλα ρε τι σου ζητάνε’,’Τα κεραμίδια στάζουν’, βιβλίο πανόραμα στην ζωή των καπνεργατών της Καβάλας, γιομάτο εικόνες απο τους μαχαλάδες.
Και ακολουθεί το ‘Κλειδί είναι κάτω απο το γερανι’.
Γραφή απόκοσμη και συνάμα συμπαντική, κάνοντας στροφή στην θεματολογία του στο κλειδί ο Χρόνης Μίσσιος μας βάζει σε έναν κόσμο δραπετών, όχι απο κάποια φυλακή, αλλά δραπετών απο τον σύγχρονο πολιτισμό.
Μας μιλάει για μια παρέα ελεύθερων ανθρώπων που αηδιασμένοι απο τον πολιτισμό της εξουσίας και της υποδούλωσης ανθρώπου και φύσης ζούν αρμονικά σε μια κοσμογωνιά.Σε πλήρη αρμονία με την φύση ανακαλύπτουν σιγά  σιγά μέσα απο την εξερεύνηση την ίδια την ουσία της ζωής. Ξαναβρίσκουν τα ξεχασμένα συναισθήματα, βιώνουν τον έρωτα όπως είναι χωρίς φύλο, δημιουργούν σχέσεις,σχέσεις ουσιαστικές και απελευθερωμένες. Γίνονται κοινωνοί της ίδιας τους της ζωής.
Σ’ αυτόν τον κόσμο κυβερνά ο έρωτας, νεράιδες και μικροί θεοί ξεφαντώνουν μαζί με τους θνητούς, κι όλες οι περιπέτειες τελειώνουν καλά με μαγικούς τρόπους.  Σε αυτόν τον κόσμο μας καλεί ώστε να ξαναεφεύρουμε εκείνες τις έννοιες που ποδοπάτησε ο αστικός πολιτισμός. Τις έννοιες αγάπη, έρωτας, αρμονία, ευτυχία.
Ο κόσμος του Χρόνη Μίσσιου είναι ένα ιδανικό καταφύγιο, πλημμυρισμένο από ξεχασμένες αισθήσεις και θαύματα ζωντανά.

Η  ζωή του Χρόνη Μίσσιου εήταν γεμάτη συγκινήσεις, αγώνες και απογοητεύσεις, όμως μέσα σε αυτά κατάφερε να βρεί την ισορροπία της ύπαρξης. Ο ίδιος δήλωνε συχνά σε φίλους που τον επισκέπτονταν στο σπίτι όπου ζούσε τα τελευταία χρόνια σαν κοσμοκαλόγερος: Δεν κατάφερα να αλλάξω το σύστημα, αλλά δεν θα επιτρέψω να με αλλάξει αυτό..

Ο Χρόνης Μίσσιος έφυγε στις 20 Νοέμβρη, αφού πρώτα νίκησε τον θάνατο με την ίδια του την ζωή..

”Η ζωή μας μια φορά μας δίνεται άπαξ που λένε, σαν μια μοναδική ευκαιρία, τουλάχιστον με αυτήν την αυτόνομη μορφή της δεν πρόκειτε να ξαναυπάρξουμε ποτέ. Και εμείς τι την κάνουμε ρέ, αντί να την ζήσουμε; Την σέρβνουμε απο δώ και απο κεί δολοφονώντας την.Οργανωμένη κοινωνία, οργανωμένες ανθρώπινες σχέσεις.Μα αφού είναι οργανωμένες πως είναι σχέσεις; Σχέση σημαίνει συνάντηση, σημαίνει έκπληξη, σημαίνει γέννα συναισθήματος, πως να οργανώσεις τα συναισθήματα; Έτσι με αυτήν την κωλοεφεύρεση που την λένε ρολόι σμπρώχνουμε τις ώρες και τις μέρες μας σαν να είναι βάρος και μας είναι βάρος, γιατί δεν ζούμε κατάλαβες; μόνο κοιτάμε το ρολόι, να φύγει και αυτή η ώρα, να φύγει και αυτή η μέρα μέχρι το αύριο και πάλι φτού και απ’την αρχή.Χωρίσαμε τη μέρα σε πτώματα στιγμών, σε σκοτωμένες ώρες που τις θάβουμε μέσα μας, μέσα στις σπηλιές του είναι μας, μέσα στις σπηλιές όπου γεννιέται η ελευθερία της επιθυμίας, και τις μπαζώνουμε με όλων των ειδών τα σκατά και τα σκουπίδια που μας πασάρουν σαν «αξίες, σαν ανάγκες», σαν «ηθική», σαν «πολιτισμό». Κάναμε το σώμα μας ένα απέραντο νεκροταφείο δολοφονημένων επιθυμιών και προσδοκιών, αφήνουμε τα πιο σημαντικά, τα πιο ουσιαστικά πράγματα, όπως να παίξουμε και να κουβεντιάσουμε με τα παιδιά και τα ζώα, με τα λουλούδια και τα δέντρα, να παίξουμε και να χαρούμε μεταξύ μας, να κάνουμε έρωτα, ν απολαύσουμε τη φύση, τις ομορφιές του ανθρώπινου χεριού και του πνεύματος, να κατεβούμε τρυφερά μέσα μας, να γνωρίσουμε τον εαυτό μας και τον διπλανό μας”

Καλό σεργιάνι ρε σαλονικιέ.. [youtube]https://www.youtube.com/watch?v=-wKEaNBvIbs[/youtube]

Δημοσιεύθηκε στην Μουσικές και χαρακτηρίσθηκε . Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *